Παναγιώτης Μαυροειδής
Ξεκινάμε κατ’ ευθείαν με τη θέση: Το ταχύτερο δυνατό πρέπει να συγκροτηθεί ένα μέτωπο ανατροπής της κανιβαλικής επίθεσης του κεφαλαίου και της ΕΕ. Βάση του δεν μπορεί παρά να είναι οι αναγκαίοι και ζωτικοί στόχοι της
κατάργησης των μνημονίων, της διαγραφής του χρέους, της διπλής εξόδου
από ευρωζώνη και Ευρωπαϊκή Ένωση, της εθνικοποίησης των τραπεζών και των
μεγάλων επιχειρήσεων, της αύξησης των μισθών, της κατάργησης του
αντεργατικού οπλοστασίου, της ανάπτυξης νέων θεσμών δημοκρατίας και
άλλοι. Ο αγώνας για αυτό το πρόγραμμα, αποτελεί ορόσημο αντίστασης,
εφαλτήριο ανατροπής, αλλά και δρόμο που μετατρέπει μια αντικαπιταλιστική και σοσιαλιστική στόχευση στην ελληνική κοινωνία, από απλή επαγγελία και ευχή σε αγωνιστικά ρεαλιστική προοπτική. Με κριτήριο τα συμφέροντα των εργαζομένων,
των ανέργων και των φτωχών. Αλλά και των αγροτών και μικρομεσαίων που
ξεκληρίζονται, των νέων που κατά κύματα ετοιμάζουν τις βαλίτσες τους για
την ξενιτιά. Με δρόμο υλοποίησης τον εργατικό και παλλαϊκό ξεσηκωμό.
Η αντικαπιταλιστική και η ευρύτερη ανατρεπτική αριστερά,
πρέπει να ανασυγκροτηθεί και να παραταχθεί με αυτοπεποίθηση και
αποφασιστικότητα στη μάχη. Με όλα της τα όπλα και τα χρώματα.
Σηκώνοντας το γάντι στην πρόκληση του κεφαλαίου και της ΕΕ και των
πολιτικών υπηρετών τους.
‘’Βιαζόμαστε!
Δεν έχουμε παρά ελάχιστο χρόνο’’, είπε πολύ χαρακτηριστικά ένας καλός
σύντροφος σε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση που οργανώθηκε από την
Πρωτοβουλία κατά του Ευρώ και της ΕΕ, την Τετάρτη 24/4/13 στην Αθήνα.
Φαίνεται να αιωρείται ένα αίτημα μετώπου με την αίσθηση του κατεπείγοντος. Και έτσι πρέπει να το δούμε.
Λένε
συχνά: ‘’μη τρέχεις αν δεν είσαι σίγουρος για το δρόμο’’. Αλλά υπάρχει
και το αντίστροφης σημασίας απόφθεγμα: ‘’μόνο βαδίζοντας, αναγνωρίζεις
και χαράζεις το δρόμο’’.
Άρα λοιπόν τι διαλέγουμε;
Πριν
δύο χρόνια, όταν γινόταν προσπάθεια να συγκροτηθεί η ‘’Πρωτοβουλία κατά
του Ευρώ και της ΕΕ’’, ένας σύντροφος, που τώρα δραστηριοποιείται στο
πλαίσιο του ΣΥΡΙΖΑ, απηύθυνε –απηχώντας ευρύτερες διαθέσεις- την
κατηγορία της αδικαιολόγητης ‘’βιασύνης’’ για την αντι-ΕΕ δράση. Τότε είχαμε διατυπώσει την απάντηση πως ‘’όχι μόνο δε βιαζόμαστε, αλλά αντίθετα αργούμε’’. Και αργήσαμε ιστορικά και διαχρονικά γιατί διστάζαμε να δούμε την ανάγκη της πρόταξης των αναγκαίων πολιτικών στόχων.
Διαλέγοντας την άλεσή τους στο μίξερ του τακτικισμού και των περιβόητου
‘’διακυβεύματος της συγκυρίας’’, που τότε ήταν δήθεν το σκέτο ‘’όχι στο
μνημόνιο’’. Σήμερα, με την ίδια κατηγορηματικότητα, συχνά και από τους
ίδιους ανθρώπους, διατυπώνεται η κατηγορία, όχι πλέον της ‘’βιασύνης’’,
αλλά της ‘’άργητας’’. Και έχει αυτό κυρίως θετικό φορτίο και πρέπει να το υποδεχτούμε μεγαλόψυχα.
Δεν
είναι η μοναδική μεταστροφή. Δυνάμεις όπως το Μέτωπο Αλληλεγγύης
Ανατροπής, έγιναν γνωστές από την υποστήριξη- παλιότερα- της
ευρωζώνης και της ΕΕ, στο πλαίσιο κάποιων υποθέσεων μιας ‘’ευρωπαϊκής
προοδευτικής προοπτικής’’ που διαψεύστηκαν. Σήμερα, αρκετοί
ξαφνιάζονται, όταν ο επικεφαλής του θέτει με επιτακτικό τρόπο την ανάγκη
για ένα ‘’μέτωπο αποχώρησης από το ευρώ’’. Είναι μια μετατόπιση προς τα
αριστερά, που έχει τη σημασία της, ακόμα και αν διατυπώνεται βάσιμη
κριτική για πολλές πλευρές του συνολικού προσανατολισμού αυτών των
δυνάμεων. Όσο ο ‘’μονόδρομος’’ της ευρωζώνης, αποδεικνύεται σαν ο
κατήφορος προς τον γκρεμό, θα έχουμε σαρωτικές και ακόμη πιο
ριζοσπαστικές αλλαγές.
Βλέποντας
αυτά τα παραδείγματα στη χρονική τους εξέλιξη, θα μπορούσε να
επισημανθεί πως καλό είναι να μη βιάζεται κανείς να θέσει την άποψή του
ως απόλυτο θέσφατο. Δε σκοπεύουμε να περιοριστούμε σε ηθικολογικές
παρατηρήσεις. Αντίθετα, θα υπογραμμίσουμε την ανάγκη της τεκμηριωμένης συζήτησης για τους αναγκαίους στόχους και πρόγραμμα, από την οποία κανείς δεν μπορεί και δεν πρέπει να διαφεύγει ασυλλόγιστα και με εύκολα συνθήματα.
Ας μας επιτραπεί μια ακόμη βόλτα λίγο πιο πίσω στο χρόνο.
Το
1999-2000, ήμασταν σε περίοδο πολιτικής προετοιμασίας της ελληνικής
αστικής τάξης και αντίστοιχης ιδεολογικής κατεργασίας του κόσμου για το
ποιοτικό βήμα στο πλαίσιο της ΕΕ, που δεν ήταν άλλο από την ενσωμάτωση
στην Οικονομική Νομισματική Ένωση και το Ευρώ.
Το
ίδιο διάστημα, ένα σύνολο δυνάμεων και αγωνιστών που σήμερα κινούνται
στο χώρο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή στην αριστερή πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ, συζητούσαν για
ένα πόλο της ριζοσπαστικής αντικαπιταλιστικής αριστεράς. Το εγχείρημα
δεν στέφθηκε με επιτυχία και η ευθύνη χρεώθηκε, ως συνήθως, στον
…σεχταρισμό.
Ποια
ήταν τότε η πλέον ζωτική πολιτική διαφωνία; Ακριβώς τη χρονιά του
μεγάλου άλματος στο καζάνι της ευρωζώνης, που σήμερα η έξοδος από αυτό,
κατανοείται –και σωστά- ως εκ των ουκ άνευ για μια αριστερή πολιτική,
τότε, η θέση για έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση και η διατύπωση της ρητής
αντίθεσης στην ένταξη στην Ευρωζώνη, θεωρούνταν από τις περισσότερες
δυνάμεις αχρείαστη ‘’ιδεολογική θέση’’. Χαρακτηρίζονταν ως διαφυγή από
το ‘’ζητούμενο της στιγμής’’, που ήταν το ‘’αντι-νεοφιλελεύθερο
μέτωπο’’, στο πλαίσιο και της δράσης του ‘’κινήματος κατά της
παγκοσμιοποίησης’’.
Αλήθεια,
αν τότε, η αντικαπιταλιστική αριστερά, διαμορφωνόταν με αυτή τη
πολιτική φυσιογνωμία, θα είχε άραγε τη δυνατότητα σήμερα, έστω με
μεγάλες αδυναμίες και ελλείμματα να θέτει θέμα πάλης κατά του Ευρώ και
της ΕΕ; Ή μήπως θα είχε την τύχη της αντίστοιχης ιταλικής που βλέπει τα
αντι-ευρώ αισθήματα να περνούν από δίπλα και αυτή να κοιτά μέσα στην
εξαφάνισή της την πλάτη του Γκρίλο και ακόμη χειρότερα του Μπερλουσκόνι;
Ας εργαστούμε με σοβαρότητα και πείσμα για το αναγκαίο λοιπόν μέτωπο. Για την αντίσταση, την ανατροπή, την άλλη προοπτική.
Μέτωπο ποιών, με ποιο περιεχόμενο και με ποια στόχευση;
Υποχρεούμαστε να συμμετάσχουμε στην ουσία της πολιτικής συζήτησης, χωρίς προπετάσματα καπνού.
Για αυτό ξεκινήσαμε από την διατύπωση της θέσης
στο ξεκίνημα αυτού του σημειώματος, που αποτελεί τον πυρήνα της
ενωτικής πολιτικής πρότασης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Έχουμε επίγνωση των
αντιρρήσεων και των διαφορετικών προγραμμάτων. Τις σεβόμαστε
εμβαθύνοντας σε αυτές και αναπτύσσοντας την γόνιμη αντιπαράθεση.
Έχει
διατυπωθεί ρητά μια άποψη: ‘’Κοιτάξτε. Το ζήτημα της αποχώρησης από την
ΕΕ δεν είναι του παρόντος. Θα το αποφασίσει ο λαός αργότερα. Και πολύ
περισσότερο δεν είναι στην ημερήσια διάταξη η συζήτηση για την
αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης. Το κοινό σημείο μας, η τομή,
είναι η αποχώρηση από την ευρωζώνη. Άρα αυτό θα είναι και το κοινό
πρόγραμμα, μαζί με το στόχο της παραγωγικής ανασυγκρότησης’’.
Πρόκειται για μια πολιτική λογική που έχει σοβαρά προβλήματα και έχει πολύ κοντά ποδάρια.
Με περισσή ευκολία διαχωρίζεται το ζήτημα της αποχώρησης από την ευρωζώνη από αυτό της ρήξης και της αποδέσμευσης από την ΕΕ. Να διεκδικήσουμε μια θέση στην ΕΕ των 27 αντί της ΕΕ των 17 λοιπόν;
Αγνοώντας ότι η ελληνική βιομηχανία και η αγροτική παραγωγή υπέστησαν
τον συντριπτικό όγκο της καταβαράθρωσής τους, στην εικοσαετία 1980-2000,
δηλαδή πριν το ευρώ, που ήρθε να ‘’κλειδώσει’’ την καταστροφή;
Αγνοώντας τη νέα αρχιτεκτονική της ΕΕ, που συστατικά της μέρη είναι το
Σύμφωνο για το Ευρώ, το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, η Τραπεζική Ένωση, αλλά
και τα μνημόνια για κάθε χώρα; Πια αριστερή και αντικαπιταλιστική
πολιτική μπορεί να εφαρμοστεί μέσα στο πλαίσιο της ΕΕ; Ας σημειώσουμε
εδώ και το εξής: Είναι άλλο πράγμα μια χώρα πχ η Βουλγαρία που είναι
στην ΕΕ, αλλά όχι ακόμη στην ευρωζώνη και άλλο πράγμα η τύχη μιας χώρας
μέλους της ευρωζώνης που αποχωρεί από αυτήν. Οι εξελίξεις θα έχουν
απρόβλεπτη δυναμική και ταχύτητα.
Δεν
αποτελεί πραγματικό αντεπιχείρημα ο ισχυρισμός ότι αυτό δεν είναι ώριμο
σήμερα ή πολύ περισσότερο δεν ωφελεί σε τίποτα το πέταγμα της μπάλας
στην εξέδρα μέσω της πρότασης για δημοψήφισμα. Ούτε και η αποχώρηση από
την ευρωζώνη αποτελεί (ακόμη) πλειοψηφικό ρεύμα. Και λοιπόν; Η θέση που
θα διατυπώσουμε έχει μεγάλη σημασία. Ο πολιτικός προσανατολισμός που θα
θέσουμε είναι κρίσιμος. Οτιδήποτε είναι πολιτικά ανέφικτο σε μια στιγμή,
θα είναι ενδεχόμενα εφικτό την επομένη, μόνο αν το έχουμε παλέψει και
διεκδικήσει. Αν φυσικά το έχουμε θεωρήσει σωστό και αναγκαίο…
Εκεί
όμως που τα πράγματα είναι πιο ανησυχητικά είναι όταν η προηγούμενη
πολιτική συλλογιστική, συνοδεύεται με το περιρρέον άγχος μη τυχόν και
θεωρηθεί ότι η έξοδος από την ευρωζώνη ή/και την ΕΕ, συνδέεται με ένα
αντικαπιταλιστικό επαναστατικό δρόμο ή το σοσιαλισμό. Υπάρχουν πράγματι
απόψεις που επί της αρχής υποστηρίζουν μια ποιοτική ή/και χρονική
ταύτιση αυτών των στόχων, έχοντας μία συνέπεια, αλλά και μηχανιστικό
σκεπτικό. Υπάρχουν άλλες, οι οποίες καιροσκοπικά και υποκριτικά θέτουν
το ‘’μείζον’’, αντί του ‘’ελάσσονος’’, αποφεύγοντας έτσι να πάρουν θέση
γύρω από το κορυφαίο ζήτημα της αποτίναξης του ιμπεριαλιστικού ζυγού της
ΕΕ και της εξόδου από το σφαγείο της ευρωζώνης. Ωστόσο, κάθε άλλο παρά
είναι ορθότερες, οι προσεγγίσεις που αντιλαμβάνονται την έξοδο κυρίως ως
σωτηρία της χώρας γενικά ή της οικονομίας ουδέτερα, χωρίς να βλέπουν
τους όχι απλά διαφορετικούς, αλλά και απολύτως αντίθετους ταξικούς
προσανατολισμούς και συμφέροντα σε αυτό το στόχο.
Άραγε
μια Ελλάδα εκτός από ΕΕ, τι θέση επιφυλάσσει στους εργάτες γης στη
Μανωλάδα και στα αφεντικά τους; Ένα υποτιμημένο νόμισμα, με το εξαγωγικό
πλεονέκτημα που θα προσφέρει, μαζί τα καταβαραθρωμένα μεροκάματα και οι
ανύπαρκτες καλύψεις (κληρονομιά των μνημονίων), θα είναι τα μπόνους των
σημερινών πιστολέρος, για την ‘’ανόρθωση’’ της οικονομίας; Ή μήπως,
αντίθετα, ο δικός μας δρόμος περιλαμβάνει υποχρεωτικά αυξήσεις μισθών,
δημοκρατία και εργατικό έλεγχο στην παραγωγή, αλλά και προσανατολισμό
στην κάλυψη των εσωτερικών διατροφικών και άλλων αναγκών;
Ας
πατήσουμε στη γη της καπιταλιστικής κρίσης και πολύ περισσότερο στην
έκφραση που αυτή έχει στην Ελλάδα των εκατομμυρίων ανέργων. Με την
απειλή της υποβάθμισης ή ακόμη και της εξαφάνισης τμημάτων της ελληνικής
αστικής τάξης έναντι της ισχύος των ευρωπαίων ανταγωνιστών τους, η
διατήρηση της θέσης τους, έχει σαν αδήριτη και αδιαπραγμάτευτη
αναγκαιότητα όχι απλά την άγρια εκμετάλλευση, αλλά κυριολεκτικά την
σύληση των εργατικών κοινωνικών και δημοκρατικών δικαιωμάτων. Αυτό
άλλωστε δε ζούμε και σήμερα;
Μπορεί
κάποιος να μη θέλει να το πει αυτό αντικαπιταλιστικό αγώνα, αλλά η
ουσία δεν αλλάζει. Θα είναι αγώνας ζωής και θανάτου μεταξύ των βασικών
τάξεων στην ελληνική κοινωνία. Ισχυριζόμαστε, χωρίς ανάπτυξη εδώ, ότι η
έξοδος από την ευρωζώνη και την ΕΕ, σε αυτές τις συνθήκες, όχι μόνο δεν
μεταθέτει, αλλά αντίθετα επιταχύνει την ταξική διαπάλη και θέτει τελικά
το ερώτημα είτε ενός ακόμη πιο φονικού καπιταλισμού, είτε ενός
επαναστατικού κύκλου σοσιαλιστικής προοπτικής. Όχι μόνο γιατί ο
κόσμος της εργασίας δικαιούται επιτέλους να τα θέλει όλα, αλλά και
γιατί ακόμη και για τα στοιχειώδη πρέπει να κλονιστεί η κυριαρχία του
κεφαλαίου. Όποιος δεν προετοιμάζεται για αυτή τη διαπάλη, την οποία ο
κόσμος της εργασίας την διαισθάνεται, δεν προσφέρει και πολλά. Ενισχύει
αντί να σπάζει την ταλάντευση του κόσμου, μπροστά στην πίεση των
συστημικών δυνάμεων.
Είναι
προφανές, ότι η σύνδεση της διπλής διεξόδου από ευρωζώνη και ΕΕ με ένα
άλλο αντικαπιταλιστικό δρόμο, ούτε νομοτέλεια είναι, ούτε μπορεί να
συμφωνηθεί με ένα ‘’συμβόλαιο γάμου’’. Είναι όμως αναγκαιότητα, είναι δυνατότητα και πρέπει να είναι στόχος για την αντικαπιταλιστική αριστερά. Πρέπει να γίνει αγώνας προγραμματικός, καθότι έχει σημασία τι λες και τι δεν λες. Πρέπει να γίνει αγώνας κινηματικός και πολιτικά ανατρεπτικός
από ένα μέτωπο πολιτικών δυνάμεων που θα συγκροτούνται ως πρωτοπορία
και θα θέτουν αυτό το ζήτημα με τεκμηρίωση, μαχητικότητα,
αποφασιστικότητα.
Και με τι μέτωπο τι θα γίνει;
Πως θα τα ταιριάξουμε όλα αυτά;
Αν θέλουμε μπορούμε.
Είμαστε σε μάχη με ένα αντίπαλο που είναι συγκεκριμένος και δε μπορούμε να τον κατασκευάσουμε φαντασιακά.
Κανένα
μέτωπο δεν συγκροτείται με διατάγματα, ούτε με υποκειμενικές
οργανωτικές αποφάσεις. Πρέπει να υπακούει σε ανάγκες και εδώ υποχρεούται
ο καθένας να συγκροτήσει και να υποστηρίξει επί της ουσίας τις
προτάσεις του και όχι να τις αμολάει σαν τις τιμές του μανάβη στη λαϊκή
προς εμπορική διαπραγμάτευση. Δεν γίνονται έτσι συνθέσεις, παρά μόνο
διευθετήσεις και κουκουλώματα.
Κανένα μέτωπο δεν είναι εφικτό με υποταγή πολιτικών ρευμάτων και αγωνιστών σε δήθεν ‘’μέγιστους’’ ή ‘’ελάχιστους’’ στόχους. Μέτωπο σημαίνει ότι κοιτάμε στα ίσα τον εχθρό και σημαδεύουμε όλοι απέναντι με
στόχο την ανατροπή του. Φέρνοντας ο καθένας το όπλο του. Μη απαιτώντας
από τον άλλο να προσαρμοστεί στα δικά του όπλα. Πειθαρχώντας ωστόσο σε
ένα ενιαίο σχεδιασμό, συλλογική κουλτούρα και ξεκάθαρη στόχευση.
Μέτωπο ανατροπής και νίκης, σημαίνει μαζικότητα, ευρύτερη συγκέντρωση δυνάμεων. Αλλά δε φτάνει, το ξέρουμε. Η νίκη προϋποθέτει και συγκέντρωση πυκνών πυρών, με όξυνση του πολιτικού προγράμματος και ανέβασμα της μαχητικότητας. Μέτωπο ανατροπής προϋποθέτει στρατηγικό σχέδιο,
αλλά και άνοιγμα στον κόσμο και τη δράση του, για να ανακαλύψουμε τις
αστείρευτες εφεδρείες του και σπάσιμο του κύκλου της ενδοσκόπησης.
Εδώ θα κριθούμε και μάλιστα πολύ σύντομα…