Κυριακή 12 Μαΐου 2013

Επιστράτευση καθηγητών: Χαλκάς, ντέφι και αλυσίδα



Παναγιώτης Μαυροειδής
 
 
                                                        Mα να' στην ησυχία αυτή, απ' το γύρο
τον κοντινό, προβάλανε τρεις ίσκιοι.
Ένας
Aτσίγγανος αγνάντια ερχόταν,
και πίσωθέ του ακλούθααν, μ' αλυσίδες
συρμένες, δυο αργοβάδιστες αρκούδες.
Kαι να' ως σε λίγο ζύγωσαν μπροστά μου
και μ' είδε ο Γύφτος, πριν καλά προφτάσω
να τον κοιτάξω, τράβηξε απ' τον ώμο
το ντέφι και, χτυπώντας το με τό 'να
χέρι, με τ' άλλον έσυρε με βία
τις αλυσίδες.
(Ιερά Οδός, Άγγελος Σικελιανός)
Βγήκε λοιπόν πρώτα λάβρος ο καπετάν Αρβανιτόπουλος, να δηλώσει με γενναιότητα πως ‘’οι εξετάσεις θα γίνουν στην ώρα τους’’. Συναντήθηκε ο Υπουργός Παιδείας(;)με τον Σαμαρά, για να πάρει θάρρος (ή εύσημα;), για να περάσουν το μήνυμα μαζί, πως θα ντύσουν στο χακί τους καθηγητές, θα την κάνουν την επιστράτευση.
Και τελικά, ανακοίνωσαν πως από Δευτέρα 13/5/13, θα ξεκινήσει η επιστράτευση. Πριν δηλαδή γίνει απεργία! Θα σε δέσω λοιπόν, διότι πιθανά θα θέλεις να είσαι ελεύθερος. Θα σε βάλω φυλακή, γιατί ίσως θα θελήσεις να επαναστατήσεις εναντίον μου.
Προληπτική επιστράτευση, στο πλαίσιο της ευρύτερης προληπτικής κοινωνικής και πολιτικής αντεπανάστασης που βιώνουμε μπροστά στα μάτια μας και πάνω στη ράχη μας, την ίδια ώρα που η αριστερά ντρέπεται να μιλήσει για εξέγερση και επανάσταση.
Γιατί να μη την κάνουν όμως την επιστράτευση;
Δε ντύσανε στο χακί τους ναυτεργάτες ή τους εργαζόμενους στο ΜΕΤΡΟ;
Δεν έχουν βάλει ήδη στο γύψο όλη την κοινωνία; Στον αυτόματο της λιτότητας, τη βία της μαζικής ανεργίας, στον εργοδοτικό δεσποτισμό, στην αισχύνη της ξενιτιάς,  στο βούρκο της ανελευθερίας και της ευρωυποταγής;
Θα τραβήξουν λοιπόν οι αρκουδιάρηδες ‘’με βία τις αλυσίδες’’, σε ένα κλάδο και σε μια κοινωνία, που τη θέλουν και τη φαντάζονται σαν αιχμάλωτη, ιδιόκτητη, ‘’αργοβάδιστη αρκούδα’’.
Όποιος έτυχε κάποτε να δει  μια αρκούδα με τον αρκουδιάρη της,  ίσως καταλαβαίνει την ένταση του ποιητή στους παραπάνω στίχους.
Η αλυσίδα αιχμαλωσίας και ποδηγέτησης της αρκούδας, δεν περνιόταν στο σώμα της, αλλά με χαλκά στο ρουθούνι της.
Το ντέφι έδινε ένα σήμα, για να σηκωθεί το δύστυχο ζώο στα δύο πόδια και να χορέψει προς τέρψη των αδιάφορων χαχόλων και για την ψιλο-κονόμα του αρκουδιάρη. Το ζώο σιγά σιγά μάθαινε: Αν δεν αποκρινόταν στο ‘’με το καλό’’ κάλεσμα του ντεφιού, θα τραβιόταν με βία η αλυσίδα και ο χαλκάς θα δημιουργούσε ένα ανείπωτο πόνο.
Ντέφι ή χαλκάς λοιπόν;
Ήταν ‘’ελεύθερη’’ η επιλογή της αρκούδας.
Μια ελευθερία και ένα δίλλημα, με δεδομένη την αλυσίδα και τον αρκουδιάρη.
Η άρνηση στο ντέφι, σήμαινε σίγουρη τιμωρία με το χαλκά. Ο ξεσηκωμός της, ακόμη αγριότερο πόνο.
Και έτσι έλιωνε από χωριό σε χωριό, πλατεία σε πλατεία και πανηγύρι, με τη θλίψη στα μάτια.
Ο Σαμαράς και όλος ο συρφετός της εξουσίας θα τραβήξει δυνατά την αλυσίδα με τον χαλκά. Θα μοιράσει  φύλα επιστράτευσης. Θα αμολήσει Πρετεντέρηδες και το λοιπό μιντιακό σκυλολόι. Θα βρουν δουλειά τα ΜΑΤ. Θα πιάσουν δουλειά οι φασίστες. Θα κουνηθούν στα μούτρα απολύσεις.  Θα δουλέψει και η Πέμπτη φάλαγγα μέσα στα ίδια τα εκπαιδευτικά συνδικάτα και ευρύτερα. Θα αξιοποιηθούν και οι αφελείς(;) στην αριστερά. Είναι πολλοί οι χαλκάδες…
Αλλά, θα δούμε και κομμάτια της κοινωνίας, που θα πουν ‘’καλά να τους κάνουν, ας δουλέψουν και λίγο  παραπάνω, στο κάτω- κάτω εμείς δεν δουλεύουμε’’ ή ‘’τα παιδιά μας δουλεύουν αλλά δε πληρώνονται’’.
Έτσι, εκτός από το μαρτύριο του χαλκά, θα ζωντανέψει μπροστά μας και η ξευτίλα της υπακοής στο ντέφι.
Αφού ο άλλος έχει την αλυσίδα, ποιος ο λόγος;  Αφού το αποτέλεσμα είναι μοιραίο… Θα κάνουμε λοιπόν πως χαιρόμαστε και εμείς. Ε, δεν υποφέρεται και να κλαίμε συνεχώς. Θα ορθωθούμε στο χτύπημα του ντεφιού…
Αφού δε μπορείς να αντισταθείς, ίσως και να μην είναι κακή ιδέα να προσποιείσαι πως απολαμβάνεις το βιασμό.
Καμία υπερβολή. Ας ανοίξουμε αυτιά και μάτια γύρω μας.
‘’Κοίτα να δεις, εδώ που τα λέμε, το είχαμε παρακάνει. Είχε δίκιο ο Πάγκαλος, μαζί τα φάγαμε…’’
‘’Ποιοι άνεργοι μωρέ; Αφού κανείς δε θέλει να δουλέψει. Εδώ τους προσφέρεις δουλειά και δεν έρχονται…’’
‘’ Α, με συγχωρείς, εμένα μου αρέσει η δουλειά μου, για αυτό δουλεύω 10 και 12 ώρες. Σιγά μη μου το επιβάλλει κανένας. Εγώ δεν είμαι με το ρολόι στο χέρι σαν άλλους…’’
‘’Μεταξύ μας τώρα; Όλοι θέλανε να πάνε στο δημόσιο για να κάθονται…’’. Και μπορεί να είναι ο ίδιος άνθρωπος που έτρεχε στις ουρές για αιτήσεις στους διαγωνισμούς, γνωρίζοντας βεβαίως πως δουλειές στον ιδιωτικό τομέα δεν υπάρχουν ή ότι είναι κάτεργα.
Όρθιοι και λικνιζόμενοι λοιπόν, όταν βαράει το ντέφι,  για να γλυτώσουμε  από τον πόνο του χαλκά;
Στα τέσσερα τις άλλες ώρες, πιο αφύσικα και ταπεινωτικά από την τετράποδη αρκούδα;
Όχι πάντα  από αποκοτιά όμως. Είναι λάθος αυτή η σκέψη.
Είναι για πολλούς μια επιβιοτική τακτική,  αντίστοιχη με αυτή της αιχμάλωτης αρκούδας. Δεν το λέμε για να δικαιολογήσουμε τίποτα και κανένα, αλλά πρέπει να ερμηνεύσουμε σωστά, να δούμε ψύχραιμα. Αυτή η στάση είναι σιαμαίος αδελφός του φόβου του χαλκά. Αλλά διαμορφώνεται και στο ίδιο γήπεδο με την αξιοπρέπεια, το λοξο-κοίταγμα της ευκαιρίας για δραπέτευση. Η ίδια η αρκούδα που ταπεινώνεται με το ντέφι, πανικοβάλλεται με το χαλκά, αλλά  ψάχνει και τη χαραμάδα.
Είναι η αλυσίδα στη μέση. Είναι οι υλικοί όροι της κοινωνικής ύπαρξης και αναπαραγωγής.  Και δεν αφορούν μόνο την αρκούδα, αλλά τη σχέση της με τον κόσμο. Και να γιατί… Η αρκούδα του Σικελιανού σέρνεται από τον αρκουδιάρη,  μαζί με το μικρό της. Κάπως έτσι είδε ο ποιητής να γίνονται τα πράγματα, με τα μάτια της ψυχής του:
Aλλ' ως από τον κάματον εκείνη
οκνούσε να χορέψει, ο Γύφτος, μ' ένα
πιδέξιο τράβηγμα της αλυσίδας
στου μικρού το ρουθούνι, ματωμένο
ακόμα απ' το χαλκά που λίγες μέρες
φαινόνταν πως του τρύπησεν, αιφνίδια
την έκαμε, μουγκρίζοντας με πόνο,
να ορθώνεται ψηλά, προς το παιδί της
γυρνώντας το κεφάλι, και να ορχιέται
ζωηρά...
Δεν είναι λοιπόν μόνο η αλυσίδα στη μέση.
Είναι και οι δεύτερες σκέψεις, που σχετίζονται με τις υποχρεώσεις. Με τα παιδιά που είναι άνεργα, τους γέροντες που είναι ανήμποροι, τον αδελφό που θέλει στήριξη, το φίλο που έπεσε στην κατάθλιψη.
Ειδικά τα παιδιά…
Kαι το μικρό στο πλάγι της αρκούδι,
σα μεγάλο παιχνίδι, σαν ανίδεο
μικρό παιδί, ανασκώθηκε κ' εκείνο
υπάκοο, μη μαντεύοντας ακόμα
του πόνου του το μάκρος, και την πίκρα
της σκλαβιάς, που καθρέφτιζεν η μάνα
στα δυο πυρά της που το κοίτααν μάτια!
 Εκεί πάνω θέλουν να σκυλέψουν οι αρκουδιάρηδες με τις κραυγές για τις εξετάσεις που ''θα τινάξουν στον αέρα οι καθηγητές''.
Ο δρόμος της αρκούδας, μοιάζει με το ναρκοπέδιο της κοινωνίας που βαδίζουμε, ψηλαφώντας το δρόμο της αντίστασης, της ανατροπής. Δεν ψάχνουμε για άλλοθι στην ανημπόρια του άλλου. Τον σπρώχνουμε μπροστά. Με αλληλεγγύη, αλλά και απαίτηση.
Ο Σικελιανός, ονειρεύτηκε ένα τέλος στο δράμα, μέσα από την ενοποίηση των πρωταγωνιστών σε μια φανταστική αρμονία.
K' η καρδιά μου, ως εβάδιζα, βογκούσε:
«Θά 'ρτει τάχα ποτέ, θε νά 'ρτει η ώρα
που η ψυχή της αρκούδας και του Γύφτου,
κ' η ψυχή μου, που Mυημένη τηνε κράζω,
θα γιορτάσουν μαζί;»
Σκέψη τρυφερή, αλλά εξωπραγματική. Απόδειξη η δημιουργία του …Αρκτούρου, που επιχειρεί να περισώσει τα ξεμεινάρια.
Είναι στιγμές που σκέφτεσαι πως, πράγματι, είναι ευκολότερο να κάνει η αρκούδα  κομμάτια τον αρκουδιάρη, να καταργήσει την αλυσίδα και δυσκολότερο να αντιστέκεται  όντας δεμένη με την αλυσίδα.
Διαφορετικά, θα αναζητούμε ένα Αρκτούρο για την κοινωνία, για την υπό εξαφάνιση ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Μη μας μπερδεύει η φαινομενική ησυχία, η εικόνα του καθίσματος των εργατικών και λαϊκών αντιδράσεων.  Ο κόσμος έχει την αίσθηση ότι δεν του βγήκε. Και μοιάζει να λουφάζει σήμερα, να φυλάγεται, ίσως και να κάνει  κουτοπόνηρα τον ανήξερο.  Σηκώνεται καμιά φορά και στο ντέφι του αρκουδιάρη. Δε φαίνονται φωτιές και φλόγες. Αλλά οι στάχτες είναι γόνιμες, γκαστρωμένες… Και οι καθηγητές μπορεί να πυροδοτήσουν. Ένας κλάδος 85.000 εργαζομένων, είναι σήμερα ολάκερη η κοινωνία.
Αν έχουμε συναίσθηση για ‘’του πόνου το μάκρος’’ και για το ξεθεμελίωμα που θα έρθει, εμπρός μόνο υπάρχει.
Πίσω είναι οι αρκουδιάρηδες…